Συνολικές προβολές σελίδας

Η εξαφάνιση της ποτάμιας Καραβίδας από τη Λίμνη Αργυροπουλίου. Προοπτικές επανεμφάνισης


Υπεύθυνοι Καθηγητές: Βάντη Ελένη
Αγραφιώτη Άννα


Η ΟΜΑΔΑ ΜΑΣ
Θεολόγου Βασιλική,
Καλογήρου Άρτεμη,
Καράτζιου Δήμητρα,
Κώννα Μαρία,
Λιόλιου Χριστίνα,
Μπαχτσιβάνου Κωνσταντίνα,
Παπαλέξη Μέλπω,
Ρεβήσιου Αθηνά,
Ρεβήσιου Ευαγγελία,
Ρεβήσιος Νίκος,
Ρόσσιου Αγγελική,
Σαΐτη Αγγελική,
Σαΐτη Μαρία,
Σιώκου Αλεξάνδρα,
Τσιάγκος Γιάννης,
Τσίτσια Μαρία,
Τσούτσας Ευάγγελος,
Τσούτσα Μαριλένα.

Είμαστε τα μέλη της Περιβαλλοντικής Ομάδας του Γυμνασίου Αργυροπουλίου . Το χωριό μας - το Αργυροπούλι - ανήκει στο Δήμο Τυρνάβου, του Νομού Λάρισας. Βρίσκεται περίπου 10 χιλιόμετρα βόρεια του Τυρνάβου, στους πρόποδες του Κάτω Ολύμπου.
Από την περιοχή μας πηγάζει ο ποταμός Μάτι, κοντά στις πηγές του οποίου δημιουργήθηκε το1956 η μικρή τεχνητή λίμνη του Αργυροπουλίου. Στα νερά της, παλιότερα, ζούσαν πολλές καραβίδες και ποικίλα είδη ψαριών. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 ξαφνικά οι καραβίδες εξαφανίστηκαν τόσο από το ποτάμι, όσο κι από τη λίμνη, για διάφορους λόγους. Οι σημαντικότεροι, ίσως, ήταν η υποχώρηση των υδάτων στη λίμνη λόγω παρατεταμένης ξηρασίας, αλλά και οι δραστικές ανθρώπινες παρεμβάσεις.
Σκοπός της εργασίας μας είναι να διερευνήσουμε εάν υπάρχουν σήμερα οι κατάλληλες συνθήκες, ώστε να ξαναζήσει η καραβίδα στον τόπο μας, και, ευρύτερα, να ευαισθητοποιήσουμε τον τοπικό πληθυσμό στο ζήτημα της προστασίας της πλούσιας πανίδας και χλωρίδας τής περιοχής.

H ΚΑΡΑΒΙΔΑ
Καραβίδα είναι η κοινή περιληπτική ονομασία διαφόρων ειδών μαλακόστρακων δεκάποδων καρκινοειδών των γλυκών νερών.
Η καραβίδα είναι θαλάσσιο ζώο που ανήκει στην τάξη δεκάποδων και στην οικογένεια Aστακίδες. Πρόκειται για καρκινοειδές, με μήκος 10-12 εκ. ενώ σπάνια μπορεί να φτάσει σε μήκος τα 18 εκ.. Τα αρσενικά είναι μεγαλύτερα από τα θηλυκά.
Η μελέτη των καραβίδων ονομάζεται αστακολογία. Η καραβίδα ζει αποκλειστικά στις λίμνες και στα ποτάμια και μοιάζει με τον αστακό, τον κάβουρα και την γαρίδα.
Το κρέας της τρώγεται.
Οι καραβίδες του γλυκού νερού είναι ιδιαίτερα διαδεδομένες στα εσωτερικά ύδατα της Ευρώπης. Το σώμα της καραβίδας περιβάλλεται από όστρακα αλλά γίνεται στενόχωρο καθώς αναπτύσσεται το ζώο, για αυτόν το λόγο υφίσταται κατά καιρούς εκδύσεις. Η καραβίδα τρέφεται με ψαράκια, έντομα, σκουλήκια, βατράχια κτλ. Η καραβίδα αναπνέει με βράγχια και πολλαπλασιάζεται με αυγοκύτταρα . Η αναπαραγωγή της αρχίζει τον χειμώνα ενώ τα μικρά της γεννιούνται τον Μάιο. Οι κυριότεροι εχθροί της είναι τα μεγάλα ψάρια η ενυδρίδα και φυσικά ο άνθρωπος.
Οι πρώτες ιστορικές αναφορές για την καραβίδα ανάγονται στην αρχαία Μεσοποταμία όπου οι Ασσύριοι και οι Βαβυλώνιοι έκαναν μεγάλες γιορτές προσφέροντας καραβίδες. Ο Αριστοτέλης αναφέρεται στην καραβίδα περίπου το 300 π.Χ. Τον 19ο αιώνα εμφανίστηκε η «πανώλη» των καραβίδων, αρχικά στην Ιταλία, ενώ στη συνέχεια εξαπλώθηκε στην κεντρική Ευρώπη, εξαφανίζοντας ολόκληρους πληθυσμούς καραβίδας .Η υπεραλίευση και η περαιτέρω εξάπλωση της μυκητίασης, αλλά και η ρύπανση του περιβάλλοντος, οδήγησαν από τα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου αιώνα στη δραματική μείωση των φυσικών αποθεμάτων .

Βασίλειο: Ζώα
Ομοταξία: Καρκινοειδή
Υφομοταξία: Μαλακόστρακα
Τάξη: Δεκάποδα
Υπόταξη: Κολυμβητικά
Infraorder: Αστακίδες
Υπεροικογένεια: Αστακοειδή, Παραστακοειδή
Οικογένειες: Αστακοειδή: Αστακίδες Καμπαρίδες Παραστακοειδή: Παραστακίδες


ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΚΑΙ ΕΙΔΗ
Στον κόσμο υπάρχουν 3 οικογένειες της καραβίδας, εκ των οποίων δύο ζουν στο βόρειο ημισφαίριο και μία στο νότιο ημισφαίριο. Η τελευταία λέγεται παραστακίδες και απαντάται στη νότια Αμερική στην Αυστραλία και στην Μαδαγασκάρη, όπου συναντάται το ενδημικό είδος Astacopsis madagascarenscis. Από τις άλλες δύο οικογένειες, οι Αστακίδες ζουν στην δυτική Ευρώπη και Ασία και στα δυτικά της βόρειας Αμερικής.
Στην Ελλάδα υπάρχουν δύο είδη καραβίδας στα γλυκά νερά . Ένα είδος είναι η καραβίδα με τα λευκά πόδια (Astacus pallipes), που ζει στα καθαρά νερά, κοντά σε πηγές. Το άλλο είδος είναι ο Αστακός ο ποτάμιος, που είναι επίσης γνωστή ως καραβίδα με τα κόκκινα πόδια, και ζει σε στάσιμα και θολά νερά. Η αλίευση του συγκεκριμένου είδους απαγορεύεται, όταν έχουν μήκος κάτω από 8 εκατοστά. Η γεωγραφική εξάπλωση της οικογένειας Astacidae καλύπτει το μεγαλύτερο τμήμα της Ευρωπαϊκής ηπείρου (απαντώνται 5 είδη ,όλα της οικογένειας Astacidae) καθώς και την Β.Δ.Αμερική.

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ
Τα διάφορα εξαρτήματα των καραβίδων είναι διαφοροποιημένα, ώστε να εξυπηρετούν τις λειτουργίες της κίνησης, διατροφής, αναπαραγωγής, αναπνοής, κατασκευής καταφυγίου, άμυνας, καθαρισμού της επιφάνειας του σώματος αλλά και άλλων εξαρτημάτων, καθώς επίσης λειτουργούν και ως αισθητήρια όργανα. Σημαντική είναι η ικανότητα αναρρίχησής τους, γεγονός που σχετίζεται με τη διαφυγή στο περιβάλλον, από μονάδες εκτροφής.
Το σώμα τους αποτελείται από τον κεφαλοθώρακα, που περιλαμβάνει το κεφάλι μαζί με τα ενσωματωμένα θωρακικά μεταμερή και από την κοιλιά, που αποτελείται από δακτυλοειδή μεταμερή. Στο μπροστινό μέρος του κεφαλιού και πάνω έχουν δύο αρθρωτές κεραίες, με τις οποίες οσφραίνονται. Κάτω από αυτές υπάρχουν δύο μικρότερες με τις οποίες ισορροπούν μέσα στο νερό.
Κάτω από τον κεφαλοθώρακα βρίσκονται τα βράγχια, τα οποία αποτελούνται από μικρά μεμβρανοειδή ελάσματα ή από δέσμες μικρών νημάτων. Η κοιλιά χωρίζεται σε επτά μεταμερή .Τα πέντε πρώτα φέρουν στην κάτω επιφάνεια πόδια, τα οποία στα θηλυκά άτομα φέρουν τα αυγά.

ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΕΙΔΟΥΣ (A.ASTACUS)
1.Οι πλατιές δαγκάνες
2.Η ημικυκλική εγκοπή στο εσωτερικό χείλος του ακίνητου δακτύλου των δαγκάνων κοντά στην οποία υπάρχουν 2 φυμάτια
3.Ο λείος κεφαλοθώρακας (carapace) με πλευρικά φυμάτια και δύο ζεύγη διακριτών υποφθαλμικών πτυχών
4.Οι πλευρές του ασπιδίου είναι χωρίς άκανθες ,αλλά η παρουσία μιας σειράς ακάνθων στην κεντρική επιφάνεια δίνει την εικόνα «πριονωτής» όψης από τα πλάγια.

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΕΝΕΤΙΚΗΣ
Τα διαθέσιμα μέχρι σήμερα δεδομένα είναι ελάχιστα έως ανύπαρκτα για τα περισσότερα είδη καραβίδας. Για τους ελληνικούς πληθυσμούς της καραβίδας υπάρχουν περιορισμένες πληροφορίες .Το γενετικό προφίλ κάποιων πληθυσμών από τη Β. Ελλάδα παρουσιάζει σημαντική ποικιλομορφία. Από έρευνες έχει διαπιστωθεί σημαντική διακύμανση στον αριθμό των διπλοειδών χρωμοσωμάτων 7 ειδών καραβίδας, με τα είδη A.astacus και A.leptodactylus να έχουν 116 και 368 χρωμοσώματα αντίστοιχα.

ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ
Το είδος Α.astacus διακρίνεται από κάποιους ερευνητές σε δύο πιθανά υποείδη: Astacus astacus balcanicus (το συναντούμε κυρίως στην Ελλάδα, την Αλβανία και την Π.Γ.Δ.Μ) και Astacus astacus astacus (το συναντούμε κυρίως στην Κεντρική Ευρώπη).
Στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο απαντώνται 5 είδη, όλα της οικογένειας Astacidae. Α) Το είδος Astacus astacus. Είναι ενδημικό σε 28 χώρες και είναι διαδεδομένο κυρίως στην Περιφέρεια Ηπείρου, Κεντρικής Μακεδονίας, Θεσσαλίας και στην ανατολική Στερεά Ελλάδα. Η Ελλάδα αποτελεί το νοτιότερο όριο της φυσικής κατανομής του είδους. Αποτελεί είδος με μεγάλη εμπορική αξία και δυνατότητες ελεγχόμενης εκκόλαψης και εκτροφής.
Β) Astacus leptodactylus
Γ) Austropotamobious torrentium
Δ) Astropotabius pallipes
Ε) Astacus paphypus. Στην Ελληνική επικράτεια έχουν εντοπισθεί στο φυσικό περιβάλλον τα είδη A. astacus, A.torrentium και A. leptodactylus και το αλλόχθονο είδος P. Leniousculus. Το είδος αυτό εισήχθη στην Ελλάδα στις αρχές του 1980 από τη Σουηδία και τη Γερμανία, στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες ήδη από τη δεκαετία του 1960, με σκοπό να αντικαταστήσει αυτόχθονες πληθυσμούς καραβίδων που είχαν αποδεκατιστεί από την πανώλη των καραβίδων, παρά το γεγονός ότι το ίδιο το είδος αποτελεί ασυμπτωματικό φορέα της νόσου. Ο μοναδικός πληθυσμός του είδους έχει εντοπισθεί στην τεχνητή Λίμνη Άγρα (Έδεσσα).
Επιπλέον το είδος Cherax quadricarinatus με σημαντική αξία εντοπίσθηκε πρόσφατα στην Ηγουμενίτσα.

ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΕΣ - ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ
Οι καραβίδες μπορούν να αξιοποιήσουν μεγάλο εύρος υδάτινων οικοσυστημάτων (λίμνες, ποτάμια, ρυάκια, περιοχές με υφάλμυρο νερό). Σε γενικές γραμμές, η αξιοποίηση ενός οικοσυστήματος εξαρτάται από την διαθεσιμότητα της τροφής, τη θερμοκρασία και την γενικότερη ποιότητα του νερού, τον ανταγωνισμό ανάμεσα στα είδη .Οι πιθανότητες θήρευσης εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη διαθεσιμότητα κατάλληλων «καταφυγίων». Συνήθως τα νεαρά άτομα προτιμούν τις παρόχθιες περιοχές ενώ τα ενήλικα τις περιοχές με μεγαλύτερα βάθη.
Το είδος A.astacus προτιμά περιοχές με υψηλή ποιότητα νερού.
Οι καραβίδες δεν είναι είδη που οριοθετούν τον δικό τους χώρο αλλά σε συνθήκες περιορισμένου χώρου έχουν επιθετική συμπεριφορά. Από το «καταφύγιό» τους εξέρχονται κυρίως τη νύχτα, είτε για αναζήτηση τροφής, είτε κατά τη διάρκεια αναπαραγωγής.
Είναι παμφάγοι οργανισμοί. Τρέφονται τόσο με είδη ζωικής προέλευσης (μύδια, λάρβες όλων των ειδών, σκώληκες, σαλιγκάρια, μικρά τρωκτικά πουλιά, βατράχια και ψάρια), όσο και με φυτικής προέλευσης (μικροφυτικούς οργανισμούς, περιφυτικά και άλλα μονοκύτταρα φύκη), νεκρούς ή ζωντανούς οργανισμούς, με υπολείμματα αυτών που βρίσκονται σε αποσύνθεση και με μικροοργανισμούς (βακτήρια, μύκητες, πρωτόζωα ). Αναζητούν την τροφή τους κατά τη διάρκεια της νύχτας (νυκτόβιοι οργανισμοί), ξεκινώντας από το απόγευμα μέχρι τις πρωινές ώρες.

ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ
Ασθένειες ιογενούς αιτιολογίας
Οι περισσότερες ασθένειες ιογενούς αιτιολογίας έχουν εντοπισθεί σε είδη καραβίδας που εκτρέφονται στην Αυστραλία και στις Η.Π.Α. Ελάχιστοι ιοί έχουν απομονωθεί σε είδη Ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος.
Ασθένειες μικροβιακής αιτιολογίας
Προκαλούνται συνήθως από δυνητικά παθογόνα αλλά κάποια είδη είναι ιδιαίτερα μολυσματικά, ιδιαίτερα όταν οι συνθήκες εκτροφής δεν είναι ικανοποιητικές ή σε περιπτώσεις τραυματισμών.

Ασθένειες μυκητιακής αιτιολογίας
Η σημαντικότερη ασθένεια που επηρέασε σημαντικά τους πληθυσμούς των ειδών Astacus astacus, είναι η αφανομύκωση ή πανώλη της καραβίδας που οφείλεται σε μύκητα .

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ
Η καραβίδα αποτέλεσε αλιευτικό στόχο σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες ήδη από τον μεσαίωνα. Οι χώρες με τις μεγαλύτερες εξαγωγές ήταν αρχικά η Γερμανία και η Ρωσία και μετά την εξάπλωσή της πανώλης της καραβίδας, που προκάλεσε την μείωση των πληθυσμών αυτών το ενδιαφέρον των αλιέων -συλλεκτών μετατοπίστηκε από τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης στις χώρες της Βαλτικής (κυρίως Φιλανδία). Η αλιευτική παραγωγή στην Ευρώπη όλων των ειδών ανέρχεται σε 7000-8000 τόνους, ενώ η παραγωγή A.astacus περιορίζεται στους 220 τόνους (2-3% της συνολικής).Η ελληνική παραγωγή (κυρίως του A.astacus) υπολογίζεται σύμφωνα με εκτιμήσεις μεταξύ 6και 22 τόνους και κατά το παρελθόν εξάγονταν κυρίως στη Σουηδία και στη Γαλλία.

ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΡΑΒΙΔΑΣ
1.Αναπαραγωγικό σύστημα
Οι καραβίδες είναι γονοχωριστικά είδη και οι γονάδες (ωοθήκη και όρχις) βρίσκονται ραχιαία στο θώρακα μεταξύ της καρδιάς και του εμπρόσθιου τμήματος του οπισθίου εντέρου
2.Αναπαραγωγή,επώαση,πρώτη ανάπτυξη
Οι καραβίδες του γένους Astacus η ωρίμανση των γονάδων συμβαίνει τους μήνες Ιούλιο –Αύγουστο (απαιτούνται θερμοκρασίες >15οC για 2-3 μήνες).
Η αναπαραγωγική περίοδος εντοπίζεται τους μήνες Σεπτέμβριο -Οκτώβριο και ξεκινά με την πτώση της θερμοκρασίας του νερού και τη μείωση της διάρκειας της ημέρας. Η ηλικία της πρώτης γεννητικής ωριμότητας είναι τα 3-5 έτη, σε ολικό μήκος 62-95 mm για τα θηλυκά και 3 έτη, σε ολικό μήκος 60-70 mm για τα αρσενικά άτομα για το είδος Α .Τα αρσενικά ωριμάζουν πιο γρήγορα από τα θηλυκά και σε διαδοχικά έτη. Αντίθετα, τα θηλυκά μπορεί να είναι αναπαραγωγικά ανενεργά κάθε δεύτερο ή τρίτο έτος.
Η περίοδος της ωριμότητας συνοδεύεται από σημαντικές μορφολογικές αλλαγές. Τα αρσενικά άτομα έχουν ιδιαίτερα ανεπτυγμένες δαγκάνες, ενώ στα θηλυκά η κοιλιά είναι πλατύτερη.
Τα αρσενικά άτομα προσεγγίζουν τα θηλυκά, τα οποία και ακινητοποιούνται με τις μεγάλες δαγκάνες του σε ''ανάσκελη'' στάση προσπαθώντας παράλληλα να αποθέσουν τα σπερματοφόρα στην κοιλιακή περιοχή των θηλυκών.
Η περίοδος ''ζευγαρώματος'' διαρκεί 2-3 εβδομάδες. Τα ωάρια εν συνεχεία αρχικά παραμένουν στο εσωτερικό του θηλυκού, το οποίο κατά το διάστημα αυτό παραμένει στο καταφύγιό του. Το θηλυκό κάμπτει την ουρά του και με ρυθμικές κινήσεις του σώματος εξωθεί τα ωάρια μέσω του ωαγωγού μαζί με ένα διάφανο υγρό. Το μίγμα ωαρίων και υγρού διαλύει τα σπερματοφόρα και απελευθερώνονται τα σπερματόζωα που γονιμοποιούν τα ωάρια .Τα γονιμοποιημένα ωάρια προσκολλώνται στην κοιλιακή περιοχή των συνεχώς κινούμενων πλεοποδίων μέχρι την εκκόλαψη. Αυτή η διαδικασία διαρκεί 2-3 ώρες κατά τη διάρκεια της νύχτας
Ακολουθεί το στάδιο της εξωτερικής επώασης, που η διάρκειά του εξαρτάται από τη θερμοκρασία. Για το είδος Α. διαρκεί μέχρι και 8 μήνες, μπορεί όμως να μειωθεί με την αύξηση της θερμοκρασίας. Κατά το στάδιο αυτό απαιτείται, τουλάχιστον στις καραβίδες σε ψυχρά κλίματα, μία περίοδος με χαμηλή θερμοκρασία του νερού (<5-6 color="#ff0000">Οι πρώτες απόπειρες εκτροφής της καραβίδας έγιναν στην Ανατολική Ευρώπη, τη Γερμανία και τη Γαλλία με σκοπό την παραγωγή νεαρών ατόμων και τονεμπλουτισμό.
Η παραγωγή των νεαρών ατόμων μπορεί να γίνει τους ακόλουθους τρόπους :
α) Οι θηλυκοί γεννήτορες διατηρούνται τον Οκτώβριο με το πέρας της γονιμοποίησης, ή τον Μάιο λίγο πριν την εκκόλαψη, σε "κιβώτια εκκόλαψης" με οριζόντια πλέγματα. Τα πλέγματα επιτρέπουν στα νεαρά άτομα να πέσουν στον πυθμένα της δεξαμενής στο τρίτο στάδιο ανάπτυξης. Τα θηλυκά επιστρέφονται στις εξωτερικές λεκάνες, αφαιρούνται τα '' κιβώτια εκκόλαψης '' και οι δεξαμενές μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη των νεαρών ατόμων, αφού εφοδιαστούν με κατάλληλα καταφύγια από πλαστικούς σωλήνες ή τούβλα. Εκεί διατρέφονται για 3-4 μήνες με μικρά καρκινοειδή και ζωοπλαγκτόν που μπορούν να συλλέγουν από ποτάμια. Καλό είναι σε κάθε στάδιο της εκτροφής να χρησιμοποιούμε αερισμό.
β) Οι θηλυκοί γεννήτορες διατηρούνται σε κοινές δεξαμενές με καταφύγια από κομμένους σωλήνες, αλλά τα θηλυκά απομακρύνονται όταν τα νεαρά άτομα φτάνουν στο τρίτο στάδιο της ανάπτυξης και πριν τα θηλυκά αρχίσουν να αναζητούν τροφή.
Για την εκτροφή χρησιμοποιούνται:
α) Εντατικά συστήματα σε φυσικές ή ημιφυσικές υδατοσυλλογές .Η παραγωγικότητα των εξωτερικών δεξαμενών είναι η συνάρτηση της γεωγραφικής περιοχής και της θερμοκρασίας, του τύπου της δεξαμενής, της ποιότητας του νερού, της πυκνότητας εκτροφής και της διαθεσιμότητας τροφής και καταφυγίου.
β) Ημιεντατικά συστήματα που η εκτροφή γίνεται σε ειδικά κατασκευασμένες καναλόμορφες χωμάτινες λεκάνες. Ο στόχος είναι η αύξηση της παραγωγής ανά εκτάριο με υψηλότερο όμως κόστος κατασκευής αλλά και λειτουργικό κόστος. Σε κάθε περίπτωση η απόδοση του ημιεντατικού συστήματος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη φυσική παραγωγικότητα .Η διατροφή των νεαρών καραβίδων αποτελείται κυρίως από μικρά καρκινοειδή και των μεγαλύτερων ατόμων από φυτικής προέλευσης πρώτες ύλες κατά 70% ( καρότα , πατάτες αλλά και pellets για πέστροφα).
Η εξαλίευση μπορεί να γίνει 3 χρόνια από το πρώτο ''στοκάρισμα'' , σε άτομα με ολικό μήκος 60-95mm , με χρήση παγίδων που τοποθετούνται το σούρουπο και ανασύρονται το πρωί.
Επίσης, μπορεί να γίνει μερική εξαλίευση με κινούμενο δίχτυ από τη μία άκρη του καναλιού στην άλλη ή με αποστράγγιση και εν συνέχεια συλλογή των καραβίδων με το χέρι.
Σε κάθε περίπτωση, η θερμοκρασία και η παρουσία τροφής κατάλληλης ποιότητας ,τα επίπεδα του διαλυμένου οξυγόνου, η πυκνότητα εκτροφής, η παρουσία θηρευτών και η διαθεσιμότητα καταφυγίων αποτελούν τους κρίσιμους παράγοντες επιτυχίας της εκτροφής.
Η αλιεία των καραβίδων διενεργείται με παγίδες που περιέχουν δόλωμα, αλλά και με το χέρι. Οι παγίδες συνήθως περιλαμβάνουν κυλινδρικό μεταλλικό πλαίσιο καλύπτεται από πλαστικό ή δικτυωτό πλέγμα με είσοδο στην κορυφή ή στα πλάγια. Τα "χείλη" της εισόδου είναι ανεστραμμένα προς το εσωτερικό ώστε να διευκολύνουν την είσοδο των καραβίδων αλλά και να εμποδίζουν την έξοδο τους. Έτσι οι καραβίδες εγκλωβίζονται στον κεντρικό θάλαμο της παγίδας.
Η αλόγιστη εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, η υπεραλίευση, η ρύπανση, η καταστροφή των βιοτόπων, η χρήση φυτοφαρμάκων, η διευθέτηση των κοιτών των ποταμών και οι αμμοληψίες, η αποξήρανση των λιμνών, καθώς και η εξάπλωση της πανώλης των καραβίδων, αποτελούν τις βασικότερες αιτίες συρρίκνωσης των πληθυσμών των καραβίδων.

ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΙΟΥ ΜΕ ΚΑΡΑΒΙΔΕΣ
Πριν ξεκινήσουμε την προσπάθειά μας για τον εμπλουτισμό των νερών του ποταμού μας με καραβίδες, ζητήσαμε πληροφορίες από τους κατοίκους του χωριού μας που ασχολήθηκαν στο παρελθόν με το ψάρεμα. Ας δούμε τι μας είπαν:

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΟΥ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΙΟΥ
-Από πότε υπήρχαν καραβίδες στο Μάτι;
Οι καραβίδες υπήρχαν από πολύ παλιά (πάππου προς πάππον).

-Υπήρχαν πολλές καραβίδες στο ποτάμι;
Ναι, υπήρχαν πολλές, που οδήγησαν στην δημιουργία συνεταιρισμού. «Κάτω από κάθε χόρτο υπήρχε και μία καραβίδα».

-Ψάρευαν οι κάτοικοι του χωριού στο ποτάμι;
Ναι, μια ζωή. Επαγγελματικά και ερασιτεχνικά. Επαγγελματικά, μάλιστα, έκαναν και εμπόριο στην Αθήνα, στα Γιάννενα και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας.

-Κάθε πόσο ψάρευαν οι κάτοικοι του χωριού;
Οι επαγγελματίες είχαν συγκεκριμένο πρόγραμμα, ενώ οι ερασιτέχνες σχεδόν κάθε μέρα, ανάλογα με την όρεξή τους για ψάρια.

-Ποιο ήταν το μέγεθος και ποιο το χρώμα των καραβίδων του ποταμού;
Υπήρχαν και μικρές αλλά οι περισσότερες ήταν μεγάλες, η μεγαλύτερη έφτανε τα 15 εκατοστά,τις οποίες οι κάτοικοι του χωριού τις αποκαλούσαν παλιόπαπτσες. Όσον αφορά το χρώμα, υπήρχαν πράσινες, μαύρες και καφέ (το κόκκινο χρώμα το έπαιρναν μετά το ψήσιμο).

-Ποιο ήταν το δόλωμα και ποια τα μέσα, με τα οποία ψάρευαν;
Για δόλωμα χρησιμοποιούσαν μικρές καραβίδες ή σκληρό τυρί. Τα μέσα ψαρέματος ήταν τα χέρια, τα δίχτυα και κυρίως τα νταούλια.

-Υπήρχε μεγάλη ποσότητα ψαρέματος καραβίδων;
Ναι, ψάρευαν πάρα πολλές λόγω των καθαρών νερών ( επειδή το νερό του ποταμού ήταν τόσο γλυκό και καθαρό, ώστε τα χόρτα που υπήρχαν μέσα σ’ αυτό τα έκοβαν και τα έτρωγαν).

-Υπήρχαν κι άλλα είδη ψαριών;
Υπήρχαν πολλά και διάφορα είδη ψαριών, αλλά και βατράχια, χέλια, κ.ά.

-Πότε εξαφανίστηκαν οι καραβίδες και για ποιο λόγο ;
Οι καραβίδες εξαφανίστηκαν γύρω στο ’90, με τις μεγάλες ξηρασίες. Οι κάτοικοι προσπάθησαν να το αποτρέψουν βάζοντας πομόνες κοντά στις πλαγιές των βουνών με σκοπό να κατεβαίνει το νερό απ’ αυτές και να πηγαίνει στο ποτάμι.

Συζητήσαμε επίσης με τον κ. Γεώργιο Βόγγολη, - πρόεδρο της Κοινότητας του Αργυροπουλίου κατά τη δεκαετία του 1990-, για τα αίτια της αιφνίδιας εξαφάνισης της καραβίδας. Όπως μας είπε, το1990 σε μια παρατεταμένη περίοδο ξηρασίας αποφασίστηκε από τον ΤΟΕΒ να ανοιχτεί το θυρόφραγμα, για την άρδευση των αγρών της περιοχής. Αυτός ήταν ο βασικός λόγος που «στέγνωσε» η λίμνη, με αποτέλεσμα την εξαφάνιση της καραβίδας.
Η πλειοψηφία μάλιστα των κατοίκων του χωριού θεωρεί συνυπεύθυνη την, τότε, Νομαρχιακή Αρχή, που συναίνεσε στην παραπάνω απόφαση.
Από τη συζήτηση με τον κ. Βόγγολη προέκυψαν, επίσης, και άλλες ενδιαφέρουσες πληροφορίες, όπως οι παρακάτω:
 Η καραβίδα είναι ο πρώτος δείκτης μόλυνσης του νερού: οι καραβίδες δεν ζουν σε μολυσμένο νερό.
 Οι καραβίδες της λίμνης μας ήταν άριστης ποιότητας, ενώ εξάγονταν ακόμη και στη Σουηδία, από το Συνεταιρισμό των ψαράδων.
 Η λίμνη του Αργυροπουλίου είναι χαρακτηρισμένη ως «Υδροβιότοπος υπό Προστασία».
 Κατά διαστήματα γίνονται μεμονωμένες προσπάθειες από κατοίκους του χωριού για «επιστροφή» της καραβίδας στη λίμνη.

Αφού συλλέξαμε όλες τις πληροφορίες, αρχίσαμε τη δική μας προσπάθεια.
Ψαρέψαμε, λοιπόν, καραβίδες στο ποτάμι της γειτονικής Καρυάς Ολύμπου, και τις ρίξαμε σε ένα χώρο που διαμορφώσαμε με ειδικά μεταλλικά πλέγματα στις πηγές του ποταμού Μάτι. Πολλές απ’ αυτές είχαν γόνο, που αναμένουμε (και ελπίζουμε) να επιβιώσει. Οι καραβίδες αυτές τρέφονται με φυτοπλαγκτόν και μικρά ψάρια ,που ζουν κοντά στις πηγές. Αξίζει να αναφέρουμε ότι τα νερά της λίμνης είναι από τα καθαρότερα της Ελλάδας, όπως αποδεικνύει η χημική και μικροβιολογική ανάλυση που πραγματοποίησε η ΔΕΥΑΛ σε δείγμα νερού, που συλλέξαμε.
Η θερμοκρασία του νερού κατά τη διάρκεια του χειμώνα κυμαίνεται μεταξύ 16 και 18οC, δηλαδή είναι αρκετά υψηλότερη από ότι στις άλλες λίμνες, όπου είναι 13 έως 14οC βαθμούς.
Το μέγιστο βάθος της λίμνης είναι περίπου 7 μέτρα.

Παρακάτω ακολουθούν μερικές φωτογραφίες από την περιοχή στην οποία γίνεται η προσπάθεια αναπαραγωγής της καραβίδας:

Το σημείο στο οποίο τοποθετήθηκε το μεταλλικό πλέγμα που περιορίζει τις καραβίδες.

Τμήμα της λίμνης, δίπλα στον χώρο εκτροφής των καραβίδων

Στη φωτογραφία αυτή είναι μερικά από τα μέλη της περιβαλλοντικής ομάδας σε μία επίσκεψή τους στη λίμνη, την ημέρα που έριξαν τις καραβίδες στον χώρο που διαμόρφωσαν για την προστασία και την αναπαραγωγή τους..

Τα πλούσια και διαυγή νερά της λίμνης προσφέρουν ιδανικές συνθήκες για την επιβίωση της καραβίδας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: