Συνολικές προβολές σελίδας

7ο Γυμνάσιο Λάρισας: " Κάστρων Περίπλους"

Συντονιστής Εκπαιδευτικός: Βαϊόπουλος Αθανάσιος
Παιδαγωγική Ομάδα: Ζαμπός Δημήτριος ΠΕ 7

Στο Πρόγραμμα συμμετείχαν 62 Μαθητές και Mαθήτριες της Γ΄ Γυμνασίου

ΣΤΟΧΟΙ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
• Να κατανοήσουν οι μαθητές την αδιάσπαστη σχέση ανθρώπου και φύσης και την αλληλεξάρτηση του φυσικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος. Να τους δοθεί δε η δυνατότητα να προσεγγίσουν την αδιάσπαστη σχέση ανθρώπου – περιβάλλοντος μέσα από τα ίχνη του ανθρώπου σε αυτό, να διερευνήσουν τις σχέσεις αλληλεπίδρασης και να προσεγγίσουν τα κάστρα, όχι απλά ως «κάψουλα χωροχρόνου», αλλά και ως συνάντηση με το σημερινό κόσμο που υφίσταται.
• Βασικός επίσης στόχος είναι η απόκτηση ιστορικής συνείδησης και ο σεβασμός στην πολιτιστική κληρονομιά του τόπου τους καθώς και η ενεργητική συμμετοχή στην προστασία και διασφάλιση αυτών για τις επόμενες γενιές. Καλούνται, λοιπόν, να ανακαλύψουν οι μαθητές το πλούσιο ιστορικό παρελθόν της περιοχής, να οραματιστούν το μέλλον της και να ενεργοποιηθούν στο παρόν ως πολίτες του τόπου με όσο το δυνατόν περισσότερο βιωματικό, ευχάριστο και ελκυστικό τρόπο.
• Η Ευαισθητοποίηση των μαθητών πάνω στο πρόβλημα της διαφύλαξης της πολιτισμικής κληρονομιάς.
• Τέλος να δοθεί στα παιδιά μια επιπλέον ευκαιρία για κοινωνικοποίηση, μέσα από τη συνεργασία και την ομαδικότητα.

H ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΗ TEXNΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
H οχυρωματική αρχιτεκτονική στην Ελλάδα έχει να επιδείξει πλήθος φρουριακών κατασκευών που ανάγονται σε ποικίλες χρονικά εποχές και αποτελούν όχι μόνο σταθμούς εξέλιξης της φρουριακής αρχιτεκτονικής αλλά και φορείς ιστορικής μνήμης και νησίδες ιστορικής συνέχειας των Ελλήνων. Οι οχυρώσεις είναι τα μνημεία που αποδεικνύουν περισσότερο από κάθε άλλη περίπτωση την ιστορική πορεία και εξέλιξή της.
Η ανάγκη φρούρησης και άμυνας των οικισμών οδήγησε στην κατασκευή οχυρώσεων, ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους. Ακροπόλεις (όρος χρησιμοποιούμενος για τους προϊστορικούς και αρχαίους χρόνους) ή κάστρα (όρος χρησιμοποιούμενος για τους μεσαιωνικούς και νεώτερους χρόνους) κατασκευάζονταν ανάλογα με τις απαιτήσεις και τα ιστορικά δεδομένα κάθε εποχής.
Πρόδρομες μορφές οχυρωμένων ακροπόλεων .-Τέτοιες πόλεις - ακροπόλεις έχουμε στην Ελλάδα από την προϊστορική εποχή, όταν οι άνθρωποι μόλις άρχιζαν να γνωρίζουν τα μέταλλα και τα όπλα και τα εργαλεία τους ήταν από λίθους, ξύλα και οστά.
Χαρακτηριστικές τέτοιες ακροπόλεις είναι του Σέσκλου και του Διμηνίου στη Θεσσαλία. Βρίσκονται σε χαμηλούς και μαλακούς λόφους και τα τείχη τους είναι κτισμένα από μικρούς και πλακωτούς λίθους. Τα τείχη αυτά έχουν γίνει με σχέδιο που αποδεικνύει πρωτόγονη πείρα και αρκετή πονηριά. Τέτοιες ήταν οι πρωτόγονες "ακροπόλεις" - συνοικισμοί.
Οχυρωμένες ακροπόλεις, με εντυπωσιακή και μνημειώδη τοιχοδομία, εμφανίζονται κατά τους μυκηναϊκούς χρόνους (1600-1150 π.Χ. περίπου). Οι μυκηναϊκές ακροπόλεις είναι οχυρά ανακτορικά συγκροτήματα πάνω σε βραχώδη υψώματα, που δεσπόζουν στη γύρω περιοχή. Δεν είναι οχυρές πόλεις, όπως κατά κανόνα στους πολιτισμούς της Ανατολής, θα μπορούσαν όμως να δεχτούν τους κατοίκους των γύρω οικισμών σε περιόδους πολεμικών αναταραχών. Δεν είναι ούτε ανοχύρωτα ανάκτορα, όπως τα μινωικά. Προστατευμένα από ισχυρά τείχη μέσα στην ακρόπολη βρίσκονται το κυρίως ανάκτορο στην πιο εξέχουσα θέση, οι κατοικίες της ηγετικής τάξης γύρω από τον ανώτατο άρχοντα, αποθήκες, βιοτεχνικά εργαστήρια, αρχεία, ιερά, ακόμα και ταφικά μνημεία.
Τειχισμένες είναι οι ακροπόλεις της Τίρυνθας, των Μυκηνών και της Μηδέας στην Αργολίδα, της Λάρισας, του Άργους, καθώς και η ακρόπολη της Αθήνας. Σημαντικά κτήρια ανακτορικού χαρακτήρα υπάρχουν όμως και πριν και μετά την εμφάνιση των οχυρωμένων ακροπόλεων. Οι επιβλητικές οχυρώσεις, τουλάχιστον στην αρχική τους σύλληψη, πρέπει συνεπώς να θεωρηθούν κυρίως έκφραση της δύναμης και του κύρους των ηγεμόνων. Η επιβλητικότητα της κατασκευής από μεγάλους πελεκημένους ογκόλιθους και οι μνημειώδεις πύλες δεν ταιριάζουν με βεβιασμένα μέτρα προστασίας από εχθρικές επιδρομές. Οι ακροπόλεις χρονολογούνται εξάλλου στην περίοδο πρωτοφανούς οικονομικής, τεχνολογικής και καλλιτεχνικής ακμής του Μυκηναϊκού Πολιτισμού και κυριαρχίας του στο Αιγαίο. Οι Έλληνες της πρώτης χιλιετίας αισθάνονταν δέος βλέποντας τα ερείπια των μυκηναϊκών ακροπόλεων και απέδιδαν την κατασκευή τους στους Κύκλωπες. Από εκεί προήλθε ο χαρακτηρισμός των μυκηναϊκών τειχών ως κυκλώπειων.
Την παράδοση των μυκηναϊκών ακολουθούν οι ακροπόλεις των αρχαίων ελληνικών πόλεων. Οι αρχαίοι Έλληνες έχτιζαν τις πόλεις τους όχι σε πεδινά μέρη, αλλά επάνω σε λόφους. Στην κορυφή του λόφου έχτιζαν το παλάτι του βασιλιά τους. Γύρω απ' αυτό έφτιαχναν ένα ισχυρό τείχος που το έκανε απόρθητο. Κάτω από το περιτειχισμένο παλάτι, στις πλαγιές του λόφου έχτιζαν τα σπίτια τους.
Όταν κάποιος εχθρικός γειτονικός λαός έκανε επίθεση στην πόλη τους, όλοι μαζί ανέβαιναν στην κορυφή του λόφου και κλείνονταν μέσα στα τείχη. Από εκεί πολεμούσαν ασφαλισμένοι και προστάτευαν τη ζωή τους και το παλάτι του βασιλιά τους. Το παλάτι λοιπόν με το τείχος γύρω του, στην κορυφή του λόφου ονομαζόταν ακρόπολη. Φυσικά οι εχθροί ρήμαζαν και έκαιγαν τα σπίτια τους, τα οποία ήταν παρατημένα κι ανυπεράσπιστα στις πλαγιές του λόφου κάτω από την Ακρόπολη. Με το πέρασμα των χρόνων οι αρχαίοι Έλληνες άρχιζαν να χτίζουν και δεύτερο τείχος σε χαμηλότερο ύψος του λόφου γύρω από τα σπίτια τους. Το δεύτερο αυτό τείχος ήταν πολύ πιο δύσκολο να γίνει, γιατί ήταν πολύ μεγαλύτερο. Τώρα όμως ήταν προστατευμένη όλη η πόλη και σε κάθε εχθρική επίθεση οι κάτοικοί της δεν εγκατέλειπαν τα σπίτια τους για να κλεισθούν στην ακρόπολη. Το δεύτερο τείχος τους προστάτευε καλά και η πόλη τους έμενε άθικτη.
Καθώς περνούσαν τα χρόνια οι αρχαίοι Έλληνες έπαψαν να έχουν μέσα στην ακρόπολη το παλάτι του βασιλιά τους. Η ακρόπολη απέκτησε λατρευτικό χαρακτήρα. Εκεί ψηλά, μέσα στα τείχη, άρχισαν να χτίζουν τους ναούς των θεών τους. Προσπαθούσαν οι ακροπόλεις τους να είναι όσο το δυνατό πιο όμορφες και πιο λαμπρές. Στόλιζαν τους ναούς τους και λάτρευαν καθημερινά τους θεούς τους. Στις μεγάλες γιορτές συγκεντρώνονταν όλοι εκεί για να αποδώσουν στους θεούς τους τις μεγαλύτερες τιμές. Ακροπόλεις των ιστορικών χρόνων έχουμε σ' όλες τις χώρες, όπου ξαπλώθηκε ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός και όπου επεκτάθηκε το κράτος των Ελλήνων στην ηπειρωτική Ελλάδα, τα νησιά και στη Μικρασία. Ο Παυσανίας θεωρεί αρχαιότερη ακρόπολη, της Λυκόσουρας στην Αρκαδία. Είναι επίσης γνωστές οι ακροπόλεις της Σπάρτης, της Κορίνθου της Σάμου της Μεσσήνης, της Θάσου της Κέρκυρας, της Περγάμου, της Σμύρνης κλπ. Όταν λέμε όμως ακρόπολη εννοούμε την ξακουστή Ακρόπολη της Αθήνας, που με το πλήθος και την τέχνη των θαυμαστών μνημείων της ξεπέρασε σε φήμη κάθε άλλη ακρόπολη.
Την παράδοση των αρχαίων ακροπόλεων ακολούθησαν τα κάστρα που κατασκευάστηκαν κατά τους μεσαιωνικούς και νεώτερους χρόνους. Σε αρκετές περιπτώσεις μάλιστα διαπιστώνεται συνεχιζόμενη κατοίκηση από τους αρχαίους έως τους νεώτερους χρόνους (π.χ. Ακρόπολη Αθήνας, Ακρόπολη Κορίνθου / Ακροκόρινθος).
Στο Βυζάντιο το κάστρο είχε καθαρά στρατιωτικό χαρακτήρα και η αποστολή του ήταν η προστασία της αυτοκρατορίας από τους Βαρβάρους. Οι περισσότερες Βυζαντινές πόλεις ήταν εξολοκλήρου περιτειχισμένες, με πιο χαρακτηριστικό δείγμα την Κωνσταντινούπολη. Τα κάστρα διαθέτουν συνήθως δύο οχυρωματικούς περιβόλους, και στις μεταγενέστερες περιόδους περιλαμβάνουν και ένα τρίτο, ευρύτερο οχυρωματικό περίβολο, όπως στην Παλαιόχωρα της Αίγινας, στο Μυστρά και στην Αθήνα. Τα τείχη διαμορφώνονται με προεξέχοντες πύργους, επάλξεις, μικρά ανοίγματα και καταχύστρες. Στα κάστρα που κτίζονταν για προστασία, υπήρχαν τα οικήματα της φρουράς, οι δεξαμενές νερού, οι αποθήκες και οι κατοικίες στρατηγού και αξιωματικών. Στους πύργους που βρίσκονταν στις γωνίες των τειχών και σε ίση απόσταση μεταξύ τους, τοποθετούνταν οι καταπέλτες και οι βαλιστικές μηχανές. Έξω από το τείχος κατασκευαζόταν μια τάφρος. Η είσοδος στο κάστρο γινόταν με μια συρόμενη γέφυρα που πίσω της έκρυβε κινούμενες θύρες. Και τα κάστρα που προστάτευαν τις πολιτείες των βυζαντινών χρόνων κατασκευάζονταν σε κορυφές λόφων. Τα τείχη τους ακολουθούσαν τις ανωμαλίες του εδάφους, ενώ κατά διαστήματα προέβαλλαν από αυτά ορθογώνιοι ή στρογγυλοί πύργοι.
Κατά τη διάρκεια της Φραγκοκρατίας τα βυζαντινά οχυρά χρησιμοποιήθηκαν από τους νέους κυριάρχους με επισκευές και τροποποιήσεις, που δεν άλλαζαν συνήθως τη γραμμή χάραξης. Κάστρα όμοια με τα βυζαντινά έκτισαν και οι Φράγκοι στα εδάφη του ελληνικού χώρου που κατέλαβαν μετά το 1204 . Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους αρχίζει η Φραγκοκρατία στην Πελοπόννησο (1204 -1432). Κατά την περίοδο αυτή που διήρκησε 230 έτη οι Φράγκοι και οι συγκάτοικοι τους Βενετοί για να επιβάλουν την κυριαρχία τους έχτισαν δεκάδες απόρθητα κάστρα, και άπαρτους πολεμικούς πύργους θαύματα στρατηγικής που ήταν ο φόβος και ο τρόμος των πειρατών, των Τούρκων, αλλά και των υπόδουλων Ελλήνων που με υποχρεωτική αγγαρεία συμμετείχαν στην κατασκευή τους. Αυτά τα υπερμεγέθη και μοναδικά οχυρωματικά έργα αρκετά από τα οποία χτίστηκαν σε ακροπόλεις Ελληνικών πόλεων με οικοδομικό υλικό αρχαίων ναών διατηρούνται και σήμερα σε αρκετά καλή κατάσταση.
Τα σπουδαιότερα από τα Φράγκικα κάστρα στην Πελοπόννησο είναι: Το κάστρο Χλεμούτσι Γαλλικής αρχιτεκτονικής, χτίστηκε το 1220 από τον Φράγκο Ηγεμόνα Γοδεφρείδο Β Βιλλεαουρδίνο στην Γλαρέντζα της Ηλείας. Είναι από τα ωραιότερα Φράγκικα κάστρα του 13ου αι. και διατηρείται σε αρίστη κατάσταση. Το κάστρο της Αρκαδιάς (Κυπαρισσίας) κτίστηκε το 1205 , το Παλιόκαστρο της Πύλου (1278), της Καλαμάτας χτίστηκε το 1230 στη θέση της ακρόπολης των Φαρών, του Πασαβά (1254), της Καρύταινας (1245), της Άκοβας κοντά στα Τρόπαια τον 13ου αι., το κάστρο του Σανταμερίου (1311), του Γερακίου (1209), το κάστρα της Ωριάς στην Κυνουρία, το κάστρο του λόφου της Λάρισας στο Άργος, το κάστρο της ''Μεγάλης Μάνης'' (1250) στην περιοχή του Γερολιμένα, το κάστρο της Χαλανδρίτσας, το κάστρο της Ζαρνάτας, το Ποντικόκαστρο στην Ηλεία. Οι Φράγκοι επίσης έκτισαν το 1249 το κάστρο και την καστροπολιτεία του Μιστρά και δεκάδες άλλα κάστρα, παρατηρητήρια και πολεμικούς πύργους που τα απομεινάρια τους είναι διάσπαρτα στις ορεινές περιοχές της Πελοποννήσου.
Οι Οθωμανοί, μετά την κατάληψη και των τελευταίων βυζαντινών κέντρων στα μέσα του 15ου αι., δεν προχώρησαν στην κατασκευή νέων κάστρων. Αρκέστηκαν απλώς να επισκευάσουν τα ήδη υπάρχοντα ή να κατασκευάσουν συμπληρωματικά έργα. Οι Οθωμανοί επισκεύασαν και ενίσχυσαν τις βυζαντινές οχυρώσεις πολλών βυζαντινών πόλεων. Αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση της Θεσσαλονίκης, στις οχυρώσεις της οποίας πρόσθεσαν επιβλητικούς κυκλικούς πύργους (Λευκός Πύργος, Πύργος της Αλύσεως), ακόμη και ολόκληρο φρούριο (φρούριο Βαρδαρίου - Tophane), ενώ επισκεύασαν και την ακρόπολη, που πήρε το όνομα Επταπύργιο, κατ' αναλογία με το ομώνυμο φρούριο της Κωνσταντινούπολης.
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στα κάστρα που έκτισαν οι Βενετοί στις περιοχές του ελληνικού χώρου που κατέλαβαν κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους. Από το 13ο έως τον 18ο αι. η Βενετία απέκτησε σημαντικούς εμπορικούς και ναυτικούς σταθμούς στο χώρο της Μεσογείου διασφαλίζοντάς τους με την κατασκευή οχυρωματικών έργων. Τα κάστρα αυτά, εξαιρετικά δείγματα οχυρωματικής αρχιτεκτονικής και σύμβολα της ισχύος και του πολιτιστικού επιπέδου της Βενετίας, αποτελούσαν είτε επισκευές-συμπληρώσεις προγενέστερων οχυρώσεων, είτε νέες κατασκευές σε θέσεις στρατηγικής σημασίας. Κατά την πρώτη περίοδο της Βενετοκρατίας (1204-1453) διατηρήθηκαν τα χαρακτηριστικά της μεσαιωνικής οχυρωματικής αρχιτεκτονικής ενώ μετά το δεύτερο μισό του 15ου αι. ακολουθήθηκαν οι αρχές χάραξης του προμαχωνικού συστήματος οχύρωσης ("Fronte Bastionato").
Μετά την ανακάλυψη της πυρίτιδας (14ος αι.) και τη διάδοση των πυροβόλων όπλων κατά το β΄ μισό του 15ου αι., πρόβαλε άμεση η ανάγκη δημιουργίας ενός νέου τύπου κάστρου, ικανού να αντεπεξέλθει στην νέα πολεμική τεχνολογία. Με επίκεντρο την Ιταλία και επιστημονικό δυναμικό μερικές από τις κορυφαίες προσωπικότητες της Αναγέννησης διαμορφώθηκαν οι ιδανικές αρχές χάραξης των οχυρώσεων. Η χάραξη των οχυρώσεων τώρα, αντίθετα με την παλαιότερη τυχαία ή εμπειρική χάραξη, είναι το αποτέλεσμα επιστημονικών μεθόδων, γεωμετρικών μετρήσεων και μαθηματικών αναλογιών και έχει σκοπό την πλήρη κάλυψη των τμημάτων του τείχους μεταξύ των προμαχώνων, ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία απυρόβλητων ζωνών. Στην πράξη η ιδανική διάταξη των οχυρώσεων προσδιοριζόταν και από συνισταμένες όπως τη μορφολογία του εδάφους ή τις τυχόν προϋπάρχουσες οχυρώσεις δίνοντας στο κάστρο την ιδιαίτερη κάθε φορά μορφή του. Τα γνωστότερα ενετικά φρούρια βρίσκονται στην Κρήτη (Ηράκλειο, Χανιά, Ρέθυμνο), στην Κέρκυρα κ.α. Στην Πελοπόννησο κτίστηκαν επίσης τα γνωστά Βενετσιάνικα κάστρα της Κορώνης και της Μεθώνης τον 13ον αι. Στο Ναύπλιο το 1471 οχυρώθηκε από τους Βενετούς το νησί Μπούρτζι και τον 17ον αιώνα χτίστηκε η Ακροναυπλία το κάστρο του Παλαμηδιού με τα 857 σκαλοπάτια. Από τους Βενετούς χτίστηκε το κάστρο της Βυζαντινής καστροπολιτείας της Μονεμβασίας όπου παντού κυριαρχούν τα Βενετικά σύμβολα και τα λεοντάρια του Αγίου Μάρκου.

ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ ΤΗΣ ΛΑΡΙΣΑΣ
Οι αρχαίες ακροπόλεις, τα τείχη (οχυρώσεις), τα βυζαντινά κάστρα και οι πύργοι, αποτελούν μια κατηγορία μνημείων, που λόγω των συνολικών διαστάσεών τους και των τοποθεσιών, όπου είναι χτισμένα, προκαλούσαν και συνεχίζουν να προκαλούν στον άνθρωπο ένα δέος, έστω και αν σώζονται τμηματικά και αποσπασματικά. Συνοδοιπόροι στις κατά τόπους περιηγήσεις, δεν θα μπορούσαν να απουσιάζουν από το Νομό Λάρισας. Η χρονολόγησή τους από την αρχαία εποχή ως τη βυζαντινή αλλά πολλάκις και με μεταγενέστερες επεμβάσεις. Μπορούν να χωριστούν σε 3 κατηγορίες: α) αυτά που διαδέχτηκαν τις αρχαίες οχυρωμένες πόλεις, β) εκείνα που κατασκευάστηκαν κατά μήκος κύριων οδικών αρτηριών και περιέκλειαν κυρίως μικρούς οικισμούς της μέσης ή ύστερης βυζαντινής περιόδου και γ) τους μεμονωμένους πύργους. Στο Νομό Λάρισας διασώζονται κάστρα σε Λάρισα, Φάρσαλα, Δαμάσι, Καστρί Αγιάς, Σκήτη, Θεολόγο Μελιβοίας, Βελίκα, Κόκκινο Νερό, Καστρί-Λουτρό και Αμπελάκια. Ενδεικτικά θα εξετάσουμε κάποια από αυτά:

Ο ΛΟΦΟΣ ΤΟΥ ΦΡΟΥΡΙΟΥ
O γνωστός σήμερα ως λόφος του Φρουρίου Λάρισας αποτέλεσε θέση συνεχούς κατοίκησης και διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο σε όλες τις εποχές αφού είναι το μοναδικό ύψωμα που διαθέτει η πόλη της Λάρισας. Εδώ βρισκόταν στην αρχαία περίοδο η Ακρόπολη, σημαντικοί ναοί, καθώς και το αρχαίο θέατρο, που σώζεται μέχρι σήμερα. Στην ίδια θέση βρισκόταν, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις η ακρόπολη και το θρησκευτικό κέντρο της βυζαντινής πόλης που είχε περιορισθεί σε έκταση σε σχέση με την αρχαία. Σε σωστικές ανασκαφές των τελευταίων χρόνων έχουν αποκαλυφθεί μικρά λείψανα της οχύρωσης, για την οποία είναι γνωστό από τις πηγές ότι ανακαινίστηκε από τον Ιουστινιανό, και περιέκλειε μικρή ένταση γύρω από το λόφο. Τα σωζόμενα τμήματα βρίσκονται στην οδό Λαπιθών, στην οδό Νίκης, στην Κεντρική Πλατεία και στην Πλατεία Νέας Αγοράς. Στην σημερινή ονομασία της περιοχής ως Φρούριο συνέβαλε το εντυπωσιακό κτήριο του μπεζεστενιού, που χρησιμοποιήθηκε μέχρι τα τέλη του 19ου αι. ως οχυρό. Το μπεζεστένι κτίστηκε από τους Οθωμανούς στα τέλη του 15ου αι., στο κεντρικότερο σημείο του λόφου.

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΒΕΛΙΚΑΣ
Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές κτίστηκε την πρώιμη βυζαντινή περίοδο. Είναι το μεγαλύτερο της περιοχής και ξεχωρίζει για το σχήμα του που είναι πολυγωνικό. Στο εσωτερικό του σώζονται ερείπια βυζαντινού οικισμού. Το κάστρο είναι κτισμένο στην οχυρωματική γραμμή των Βυζαντινών, που μέσω Στομίου συνέδεε τη Λάρισα με τη Θεσσαλονίκη και το Βόλο, παρακάμπτοντας τα Στενά των Τεμπών. Σε πρόσφατο καθαρισμό των τειχών αναδείχθηκε οχύρωση έκτασης 25 στρεμμάτων, κτισμένης κατά το μεγαλύτερο μέρος στην παλαιοχριστιανική περίοδο. Στην ίδια περίοδο τοποθετούνται και τα κτίσματα που σώζονται στο εσωτερικό του κάστρου. Τα τείχη είναι κτισμένα με μεσαίου μεγέθους λίθους συνδεδεμένους ακανόνιστα με ισχυρό ασβεστοκονίαμα και έχουν πλάτος 2μ. Καλύτερα διατηρείται η ανατολική και νότια πλευρά με μέγιστο ύψος 3μ. Στη βάση των τειχών διατηρούνται μικρά τμήματα από ορθογώνιους κατεργασμένους λίθους που σχηματίζουν κανονικές σειρές και σε μερικά σημεία ακολουθούν διαφορετική κατεύθυνση από το κυρίως τείχος.

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΣΤΟ ΚΑΣΤΡΙ ΑΓΙΑΣ
Το βυζαντινό αυτό κάστρο λέγεται ότι κτίστηκε πάνω στα θεμέλια της ακρόπολης της αρχαίας πόλης Κερκίνειο. Τη σημερινή του μορφή την απέκτησε κατά τον 11ο – 13ο αιώνα. Η οχύρωση περιλαμβάνει τον εξωτερικό περίβολο και δύο εγκάρσιους εσωτερικούς περιβόλους. Ο εξωτερικός περίβολος ενισχύεται από τετράγωνους , κυκλικούς και τριγωνικούς πύργους. Στον πρώτο περίβολο σώζεται και ο ναός του Αγίου Γεωργίου που ιδρύθηκε τον 12ο αιώνα. Το κάστρο λόγω της θέσης του είχε μεγάλη στρατηγική σημασία στα βυζαντινά χρόνια, διότι εξασφάλιζε τον έλεγχο του κάμπου της Λάρισας, την είσοδο στην πεδιάδα της Αγιάς και τον δρόμο προς Κανάλια και Βόλο.

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΟΥ ΔΑΜΑΣΙΟΥ
Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα βυζαντινά κάστρα της Θεσσαλίας. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στην αρχιτεκτονική του δόμηση είναι οι τρεις περίβολοι. Σήμερα σώζεται ένα τμήμα διπλών τειχών και του φυλακίου του. Αξίζει να αναφέρουμε ότι ήταν κτισμένο σε μια προνομιακή τοποθεσία όπου του επέτρεπε να ελέγχει το πέρασμα Ρεβένι προς τη Θεσσαλική πεδιάδα.

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΩΝ ΦΑΡΣΑΛΩΝ
Η πόλη Φάρσαλος περιβάλλονταν από ισχυρά τείχη, τα οποία άρχιζαν από την Ακρόπολη- σημερινός Προφήτης Ηλίας και κατέληγε στα βόρεια κράσπεδα της πόλης. Χρονολογούνται από τα τέλη 6ου-αρχές 4ου αιώνα π.χ. (Πολυγωνικοί ογκόλιθοι) Επιδιορθώθηκαν στα μέσα 4ου αιώνα π.χ. (Τετραγωνισμένοι λίθοι). Μετέπειτα πάνω τους προστέθηκε μια Βυζαντινή πλινθόκτιστη κατασκευή πιθανώς επί Ιουστινιανού- 6ος αιώνας μ.χ. Η Ακρόπολη έχει μήκος 500 μέτρα περίπου και μέγιστο πλάτος 60 μέτρα σε υψόμετρο 250 μέτρων. Η πύλη της Ακρόπολης βρισκόταν στη βόρεια πλευρά, σε σημείο όπου τα κυκλώπεια τείχη σώζονται σε καλή κατάσταση, ενώ άλλες δυο πύλες βρίσκονταν χαμηλότερα. Κοντά στη νότια πύλη διακρίνεται δεξαμενή νερού.

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΩΡΙΑΣ
Στο μέσον των Τεμπών από την πλευρά του Κισσάβου και πάνω από την πηγή της Αφροδίτης βρίσκεται το κάστρο της Ωριάς. Οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν οχυρώσει το πιο στενό μέρος της κοιλάδας για την αντιμετώπιση των εισβολέων από βορρά. Από διάφορα ιστορικά γεγονότα αποδεικνύεται ότι το κάστρο ήταν αδιαπέραστο και αποτελούσε την Ακρόπολη, το μάτι του αμυντικού συγκροτήματος, επιβλέποντας όλη την περιοχή των Τεμπών.
Τα τείχη έφθαναν ως την άκρη του ποταμού, τα οποία καταστράφηκαν με την διάνοιξη του δρόμου. Μέρος του κάστρου σώζεται σήμερα. Χαρακτηριστικό του είναι ο διώροφος πύργος ο οποίος είχε αμυντικό κυρίως χαρακτήρα. Οι δύο περίβολοι που βρίσκονταν σε διαφορετικά επίπεδα αποτελούσαν το αμυντικό σύστημα του κάστρου. Ενώ, ο άνω περίβολος στην κορυφή του βράχου είχε την εποπτεία της διάβασης. Η ιστορία του κάστρου έχει συνδεθεί με πολλούς τοπικούς θρύλους. Το όνομα της Ωριάς, κατά τον θρύλο, προέρχεται από την κόρη του φρουράρχου, που ως λέγεται, ήταν σπάνιας ομορφιάς. Με την εισβολή των Τούρκων, ο πατέρας της την έκλεισε εντός του φρουρίου, η άλωση του οποίου έγινε μετά από πολύ καιρό από έναν Τούρκο μεταμφιεσμένο σε μοναχό. Όταν η Ωραία κατάλαβε την απάτη, έπεσε από το βράχο και σκοτώθηκε. Ο τάφος της λέγεται ότι είναι ακριβώς κάτω από το κάστρο, στην καμπούρα ενός βράχου πάνω από τον αυτοκινητόδρομο.

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΟΥ ΠΛΑΤΑΜΩΝΑ
Το Κάστρο ήταν χτισμένο στη θέση της αρχαίας Ηράκλειας (ή Ηράκλειο). Κτίστηκε από Λομβαρδούς Σταυροφόρους το 1204 και εξυπηρετούσε τον έλεγχο του περάσματος από τη Μακεδονία στη Θεσσαλία. Μετά την κατάληψή του από τους Βυζαντινούς, το 14ο αιώνα το κατέλαβαν οι Τούρκοι. Το 1770 καταλήφθηκε για μικρό χρονικό διάστημα από τους Έλληνες, όπως και το 1825 και 1878. Βομβαρδίστηκε από τον πλοίαρχο Σαχτούρη το 1897 και από τότε εγκαταλείφθηκε από τους Τούρκους. Το 1941 το Κάστρο χρησιμοποιήθηκε ως οχυρό των Νεοζηλανδών, οι οποίοι σκόπευαν να καθυστερήσουν την κάθοδο των Ναζί προς τη Θεσσαλία.
Το κάστρο βρίσκεται σε μικρή απόσταση από την κωμόπολη του Πλαταμώνα και στους νοτιοανατολικούς πρόποδες του Ολύμπου. Σ' αυτό συναντάμε τα 3 βασικά χαρακτηριστικά των μεσαιωνικών φρουρίων: τον πρώτο περίβολο, το δεύτερο περίβολο που αποτελεί και την ακρόπολη και τον κεντρικό πύργο. Ο εξωτερικός τοίχος του κάστρου έχει σχήμα πολυγωνικό.
Το κάστρο του Πλαταμώνα κρατούσε τα κλειδιά του μοναδικού ζωτικού και ασφαλούς περάσματος από τη Θεσσαλία στη Μακεδονία. Το ότι το Κάστρο δεν καταστράφηκε από τους Τούρκους φαίνεται να οφείλεται στη στρατηγική σημασία του. Δεν υπάρχει κατακτητής που να πέρασε από δω και να μην πολέμησε με πείσμα για την κυριαρχία αυτού του κάστρου. Σήμερα το κάστρο διατηρεί την πολυγωνικού σχήματος τείχισή του, που ενισχύεται από οκτώ τετράπλευρους πύργους. Στη νοτιοδυτική του πλευρά βρίσκεται η Ακρόπολη, με χωριστή τείχιση και σ' αυτήν προστέθηκε αργότερα ακροπύργιο οκταγωνικού σχήματος. Ανασκαφικές έρευνες ανακάλυψαν ως τώρα τα ερείπια δυο ναών , καθώς και οικιών. Οι δρόμοι ήταν λιθόστρωτοι, ενώ πλακόστρωτες αυλές πλαισίωναν την είσοδο των κατοικιών. Μέσα στο κάστρο συναντάμε επίσης δεξαμενές, φούρνους, αποθήκες, στάβλους, σιδηρουργείο, κεραμοποιείο, κ.λ.π

ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΩΝ ΚΑΣΤΡΩΝ
Τα κάστρα είναι ζωντανοί και αδιάψευστοι μάρτυρες μιας σημαντικής περιόδου της ιστορίας του Ελλαδικού Χώρου στο πέρασμα από την Φραγκοκρατία στην τελευταία εποχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Ξεχωρίζουν για την αξεπέραστη αρχιτεκτονική τους καθώς και για την καίρια από πλευράς τοπίου τοποθέτησή τους στον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο. Η σημερινή προσβασιμότητα αυτών των περιοχών με το διεθνές ιστορικό – γεωγραφικό ενδιαφέρον δημιουργεί όλο και περισσότερους «φίλους» αυτών των μέχρι πρότινος απροσπέλαστων μνημείων, οπότε ταυτόχρονα με την γενικότερη τουριστική αξιοποίηση δημιουργούνται και νέες ανάγκες πληροφόρησης γύρω από τα χαρακτηριστικά και τις ιδιαιτερότητες τους .
Η Ελλάδα έχει σημαντική υστέρηση στη διατήρηση, ανάδειξη και προβολή της Μεσαιωνικής πολιτιστικής της κληρονομίας, σε σχέση με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Στον Ελλαδικό χώρο βρίσκονται διάσπαρτα μεσαιωνικά κάστρα όπου στα πλαίσια του σχεδίου θα επιδιωχθεί η προβολή, δικτύωση και ανάδειξή τους.
Η Ένωση Ελληνικών Πόλεων με Μεσαιωνικά Κάστρα είναι ένα Δίκτυο Πόλεων, στο οποίο αυτή την στιγμή (μετά τον Καλλικράτη) συμμετέχουν 36 Δήμοι και 8 Περιφέρειες. Στόχος της Ένωσης είναι η «ανάδειξη, προβολή και δημιουργική αξιοποίηση» των Μεσαιωνικών κτισμάτων Άμυνας και Κατοικίας, δηλαδή την αξιοποίηση του πολιτιστικού θέματος για την ανάπτυξη του Πολιτισμού και του Τουρισμού σε όλες τις περιοχές της χώρας. Οι ενδεικτικές δράσεις που προτείνονται είναι οι ακόλουθες:
Εκπόνηση τεκμηριωμένου και ιστορικά εμπεριστατωμένου πληροφοριακού υλικού για όλα τα κάστρα, με στόχο την έκδοση οδηγών, άλμπουμς, βιβλίων κλπ.
• Οι εκδόσεις εντύπων, οδηγών, και χαρτών (και ηλεκτρονικών, GIS) τουριστικού και λοιπού ενδιαφέροντος.
• Δημιουργία σχετικής διαδραστικής ιστοσελίδας και διαδικτυακής επικοινωνίας.
• Αξιοποίηση της σύγχρονης τεχνολογίας για την ανάδειξη, προβολή και δημιουργική αξιοποίηση των μεσαιωνικών κτισμάτων άμυνας και κατοικίας - επεξεργασία βάσεων δεδομένων, γεωγραφική και ιστορική ταξινόμηση, συγκριτικά στοιχεία, την έκδοση ηλεκτρονικών ιστορικών οδηγών (cd-rom, dvd)
• Χαρτογράφηση και αποτύπωση των κάστρων σε Ελλαδικό και Ευρωπαϊκό επίπεδο
• Δημιουργία οπτικοακουστικού υλικού με διεθνείς συμπαραγωγές, για την τηλεόραση, το ραδιόφωνο, την δημιουργία υλικού για τα σχολεία και τα Πανεπιστήμια.
• Δημιουργία ντοκυμαντέρ
• Διοργάνωση εκδηλώσεων δημοσιότητας σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Οι εκδηλώσεις μπορούν να περιλαμβάνουν θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες, παραδοσιακές μουσικοχορευτικές παραστάσεις, εκθέσεις ζωγραφικής, αναπαραστάσεις των ιστορικών γεγονότων, αθλητικές εκδηλώσεις κ.ά.)
• Δημιουργία και θεσμοθέτηση μιας πανευρωπαϊκής εορταστικής εκδήλωσης με επίκεντρο τα μεσαιωνικά κάστρα
• Διοργάνωση συνεδρίου παρουσίασης μελετών και εργασιών συντήρησης στοιχείων του πολιτιστικού περιβάλλοντος.
• Διαμόρφωση ειδικών τουριστικών πακέτων, όπως ειδικές διαδρομές (π.χ. ειδικές διαδρομές για περιήγηση στα κάστρα σε συνδυασμό με επισκέψεις σε χώρους ειδικού ενδιαφέροντος και ψυχαγωγίες, επισκέψεις σε χώρους φυσικού κάλους, γεύμα με παραδοσιακά εδέσματα, επισκέψεις σε επιχειρήσεις παραγωγής τοπικών παραδοσιακών προϊόντων κλπ)\
Η προβολή των περιοχών μέσω του σχεδίου θα συμβάλει στην καλύτερη ανάδειξη τους, στην αύξηση της τουριστικής κίνησης και θα έχει πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα, στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, στην αύξηση του εισοδήματος των κατοίκων των περιοχών και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: